>Άννα Αχμάτοβα, μια ξεχωριστή λυρική φωνή με πάθος

>
Η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα είναι γεμάτη πάθος και πόνο. Οι στίχοι της πάλλονται, διαπερνώνται απ’ τη σφοδρότητα των αισθημάτων της κι αυτό τους καθιστά πέρα ώς πέρα ανθρώπινους και διαχρονικούς. Ο αναγνώστης της ποίησής της δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος, τον τραβά μαζί της μέχρι εκεί που μπορεί να φτάσει. Η Anna Akhmatova (1889-1966) γεννήθηκε στην Μπολσόι Φοντάνα της Ουκρανίας. Το πραγματικό της όνομα ήταν Άννα Γκορένκο. Ο πρώτος σύζυγός της, ο Νικολάι Γκουμίλοφ, θανατώθηκε από το Σοβιετικό καθεστώς και ο μοναδικός της γιος, Λεβ Γκουμίλοφ, φυλακίστηκε επανειλημμένα. Οι σοβιετικοί αποδοκίμασαν την ποίησή της, συμπεριλαμβανομένου και του Μαγιακόφσκι, ως μη συμβατή με το κομμουνιστικό μοντέλο. Παρά τις διώξεις και τα δεινά που πέρασε, η Αχμάτοβα δεν μετανάστευσε ποτέ στο εξωτερικό. Η απόδοση στα ελληνικά έγινε από διάφορες εκδοχές των ποιημάτων της στα αγγλικά και έχει σκοπό να μεταδώσει την αγάπη μου γι’ αυτή τη ξεχωριστή ποιήτρια, που πέρασε πολλά δεινά, αλλά, το σημαντικότερο, κατάφερε να τα περάσει στους στίχους μ’ ένα τρόπο πληθωρικό και αλησμόνητο.

Θ’ ακούσεις τη βροντή

Θ’ ακούσεις τη βροντή
και θα με θυμηθείς
και θα σκεφτείς
τις θύελλες θέλησε

Το πλαίσιο τ’ ουρανού
θα ’χει το χρώμα της σκληρής πορφύρας
κι η καρδιά σου έτσι όπως ήταν
θα ’ναι τώρα στην φωτιά

Τη μέρα κείνη
όλα θα βγουν αληθινά
στη Μόσχα όταν
για τελευταία φορά θα πάρω άδεια
να τρέξω με λαχτάρα στα ψηλά
αφήνοντας σε σένα τη σκιά μου

*

Σκέφτηκες πως ήμουν ο τύπος
που θα μπορούσες να ξεχάσεις
πως θα ’κλαιγα και θα παρακαλούσα
πως θα ριχνόμουν στις οπλές των αλόγων

ή αυτή που θα ρωτούσε τους μάγους
για φίλτρο μαγικό απ’ τις ρίζες
να σου στείλω δώρο φοβερό:
το πολύτιμο αρωματισμένο μου μαντήλι

Ανάθεμά σε!
Δεν θα χαρίσω στην αναθεματισμένη ψυχή σου
δοτά δάκρυα ή μια μόνη ματιά

Στον κήπο των αγγέλων ορκίζομαι
στην άγια εικόνα
και στην πυρκαγιά και στον καπνό των νυχτών μας:
δεν θα γυρίσω σε σένα ποτέ

*

Έτριψα τα χέρια μου κάτω απ’ το πέπλο…
«Γιατί ’σαι σήμερα τόσο χλωμός;»
– Του έβαλα να πιει
της θλίψης το ξινό κρασί

Ποτέ δεν θα ξεχάσω; Τρέκλισε
το στόμα του συστράφηκε με πόνο
δίχως να πιαστώ στη σκάλα όρμησα
στην πόρτα πίσω του

λαχανιάζοντας έκλαψα:
«Ήταν μόνο ένα αστείο όλο κι όλο
αν ήταν να φύγεις, θα πέθαινα»
Χαμογέλασε ήρεμα και φοβερά:
«Μην στέκεσαι έξω στον αέρα»

1911

Χωρισμός

Βράδυ κι ο δρόμος γέρνει προς τα κάτω
Χθες στην αγάπη ακόμα
«μην ξεχάσεις» προσευχήθηκες
Τώρα έμεινε μόνο το κλάμα των βοσκών
κι άνεμοι αστραποβολούν
κι οι ανήσυχοι κέδροι στέκονται
σαν φωτεινά ελατήρια

*

Πώς μπορείς να κοιτάς το Νieva;
Πώς μπορείς ν’ ανεβαίνεις στις γέφυρες;
Για έναν λόγο είμαι λυπημένη από τότε
που εμφανίστηκες στα μάτια μου μπροστά

Αιχμηρά είναι τα φτερά των μαύρων αγγέλων
η τελευταία κρίση δεν αργεί
και σμέουρα καίγονται σαν τα τριαντάφυλλα
στο άσπρο ανθισμένο χιόνι.

Ο φιλοξενούμενος

Όλα όπως πριν: στα παράθυρα της τραπεζαρίας
κτυπά το ανεμοδαρμένο χιόνι
κι ούτε έχω αλλάξει
αλλ’ ένας άντρας ήρθε σε μένα
«Τι θέλεις;» ρώτησα:
«Να ’μαι μαζί σου», απάντησε, «στην κόλαση»
Γέλασα: «ω, εσύ
μας πας και τους δυο για την καταστροφή»
Αλλά σηκώνοντας το διψασμένο χέρι του
άγγιξε ελαφριά τα λουλούδια:
«Πες μου πώς σε φιλούν οι άντρες
Πες μου πώς συ φιλάς τους άντρες»
Και τα θαμπά του μάτια
αγκιστρώθηκαν στο δαχτυλίδι μου
Ούτε ένας μυς δεν έπαιξε
στο στραφτερό διαβολικό του πρόσωπο
Ω, ξέρω: η απόλαυσή του
είναι η ανήσυχη και παθιασμένη γνώση
ότι δεν χρειάζεται τίποτα
ότι δεν μπορώ να του αρνηθώ τίποτα

1914

*

Άκουσα μια φωνή. Καλούσε η παρηγόρια:
«Έλα προς τα εδώ, τώρα
Εγκατάλειψε την έρημη αμαρτωλή χώρα
Εγκατάλειψε τη Ρωσία, φύγε για πάντα
κι από τα χέρια σου θα ξεπλύνω το αίμα
θα σύρω τη μαύρη ντροπή απ’ την καρδιά σου
και μ’ ένα νέο όνομα θα συγκαλύψω
τις πληγές της δυστυχίας και της απώλειας»

Αλλά εγώ, ανεπηρέαστη κι ήρεμη,
κάλυψα τ’ αυτιά με τα χέρια μου
να εμποδίσω τον ανάξιο λόγο να λερώσει
τη λυπημένη μου ψυχή

1917

*

Άφησε τ’ όργανο, φώναξαν πολλοί
να τραγουδά θαρραλέα
να βρυχηθεί όπως η πρώτη καταιγίδα της άνοιξης!

Τα μισόκλειστα μάτια μου
πάνω απ’ τον ώμο της νέας γυναίκας σου
θα συναντήσουν τα μάτια σου
ακριβώς μια φορά κι ύστερα τέλος

Αντίο, να ’σαι ευτυχισμένος, σ’ απαλλάσσω
απ’ τους όρκους σου – αλλά πρόσεχε
πολυαγαπημένη καρδιά
μην και τις πιο ιερές μου λέξεις
το πυρετώδες παραλήρημα αναπνεύσεις
στο ερωτευμένο αυτί της συμβίας σου

Μάθε αυτό: θα δηλητηριάσουν και θα διαβρώσουν
τη διακαή κι ευλογημένη ένωσή σας
Πηγαίνω παραπέρα να ζητήσω –
ν’ απαιτήσω απ’ τον αγαπημένο μαγικό κήπο
όπου το γρασίδι αναστενάζει μαλακά κι οι μούσες μιλάνε

1921

Η Γυναίκα του Λοτ
και επέβλεψεν η γυνή αυτού εις τα οπίσω
και εγένετο στήλη αλός
Γένεση 19.26

Ο δίκαιος υπάκουσε τον αγγελιοφόρο του Θεού
τεράστιος και φωτεινός, απέναντι στο μαύρο λόφο
αλλά η απελπισία φώναξε στη γυναίκα του:
«Δεν είναι ακόμη αργά, κοίταξε πίσω
τους κόκκινους πύργους των Σοδόμων σου
την πλατεία που τραγούδησες
την αυλή που στροβιλίστηκες,
τα κενά παράθυρα του ψηλού σπιτιού
που ’καμες παιδιά στον αγαπημένο σου»

Μια μόνη ματιά: βέλος του πόνου ξαφνικά
ράβει τα μάτια της προτού να βγάλει άχνα
Το σώμα της ξεφλούδισε σε διαφανές αλάτι
και τα γρήγορα πόδια της στο χώμα ρίζωσαν

Ποιος θα θρηνήσει τη μοίρα της γυναίκας;
Δεν είναι και το έσχατο κείνων που χάθηκαν
Όμως η έρημη καρδιά μου ποτέ δεν θα ξεχάσει
πλήρωσε με τη ζωή της μια μόνη ματιά

1924

*

Αλλ’ άκουσε, σε προειδοποιώ
δεν ζω τον τελευταίο καιρό
ούτε σαν χελιδόνι, ούτε σαν σφένδαμος,
ούτε σαν καλάμι, ούτε σαν άστρο
ούτε σαν νερό πηγής
ούτε σαν πένθιμος ήχος καμπάνας…
Θα επιστρέψω στους θλιμμένους άντρες
δεν θα εξοργίσω πάλι τα όνειρά τους
με τους ακόρεστους πόθους μου

1940

Αυτό το ρώσικο χώμα

Σε όλο τον κόσμο κανένας άνθρωπος δεν είναι τόσο αδάκρυτος,
τόσο περήφανος, τόσο απλός όπως εμείς
1922

Σε μενταγιόν για γοητεία μην το φοράτε
Με στίχους για τις θλίψεις του μην κλαίτε
Με τις πανευτυχείς κοιλάδες της Εδέμ μην το συγκρίνετε
ατάραχο αφήνει τον πικρό μας ύπνο
Στην κυκλοφορία μέσα είναι μια σκέψη που ποτέ
ούτε ακόμη και στις καρδιές μας από μακριά δε ριζώνει
Μπροστά στα μάτια μας η εικόνα του δεν αιωρείται
αν και γίναμε ζητιάνοι, άρρωστοι, απελπισμένοι, μουγκοί
Είναι η λάσπη στα παπούτσια μας, είναι τα ερείπια
είναι η άμμος στα δόντια μας, είναι το λασπονέρι,
είναι η καθαρή, αμόλυντη σκόνη που θρυμματίζουμε,
που σφυροκοπάμε, που αναμιγνύουμε, που συντρίβουμε.
Αλλά είναι δικό μας, δικό μας, και θ’ ανοίξει μια μέρα
να μας αγκαλιάσει, να μας πάρει και να μας κάνει πηλό

1961

Αναχωρήσεις

Αν κι αυτή η γη δεν είναι δική μου,
θα θυμηθώ την εσωτερική της θάλασσα
τα παγωμένα της νερά
την άμμο, τόσο άσπρη
σαν τα παλιά κόκαλα, τα πεύκα
περίεργα κόκκινα εκεί που ο ήλιος κατεβαίνει

Δεν μπορώ να πω αν είναι η αγάπη μας
ή η μέρα που τελειώνει

1964

Δημήτρης Παλάζης, περιοδ. Βακχικόν. τ. 11

Posted in Vakxikon | Leave a comment

>Ελευθερίας ανατολή του Κωνσταντίνου Μπούρα

>
τι να περιμένει κανείς από ένα λαό
Που κλέβει το μέλι από τα μωρά των μελισσών
Τη γύρη τη συναγμένη μετά κόπων και βασάνων
Στα θησαυροφυλάκια του πόθου;

Κωσταντίνος Μπούρας, από το ποίημά του ΥΠΕΡΙΩΝ

Γράφει ο Δημήτρης Παλάζης

Ο ποιητής, παρά τη συνομιλία του με το αρχαιοελληνικό πνεύμα στη συλλογή του «Ελευθερίας Ανατολή», μπορεί να είναι και καταλυτικά σύγχρονος, η σκέψη του να ταλαντώνεται στην ίδια συχνότητα με τη σκέψη μας, όταν στρέφουμε το βλέμμα στο τι συμβαίνει γύρω μας σήμερα, όπου:

Κάθε ιδανικό γίνεται
ένας άμορφος όγκος λάσπης (από το ποίημα ΚΑΥΜΑ)

σ’ έναν …Κόσμο
τέφρας, σκόνης και μισοτελειωμένων ονείρων (από το ποίημα ΤΟ ΠΛΑΝΗΤΑΡΙΟ)

Η έντονη κινητικότητα της σημερινής ζωής, η πληθώρα της πληροφορίας που μας κατακλύζει, ελαττώνει δραματικά το χρόνο του σκέπτεσθαι, το χρόνο του αληθινού στοχασμού, μας στερεί τα πολύτιμα και φωτεινά δευτερόλεπτα που θα μας χάριζαν τη θέαση της ουσίας της ζωής και θα μας καθοδηγούσαν στη σωστή δράση.

Οάσεις στοχασμών τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Μπούρα, μοιάζουν με σηματοδότες ή με μικρές οάσεις νοητικής ενατένισης, γεμάτης με φως, εκείνο που ακολουθεί ή παρεμβάλλεται στο σκοτάδι, ένα φως που ανατέλλει, το φως της ελευθερίας τελικά.

Τα ποιήματά του φωτίζουν, παραινούν:

Όμως τις πληγές που
Αρνούνται ν’ αναρρώσουν
Σταμάτα να τις θεραπεύεις.
Μην ξοδεύεις το λάδι
Από το καντήλι του αγίου
Που δεν έχει ακόμα γεννηθεί. (Από το ποίημα 7*10)

Τα ποιήματά του θέτουν βάσεις περαιτέρω στοχασμού, όπως:

Νεότης είναι αυτό που έρχεται
Όταν είναι πάντα πολύ αργά
ή πολύ νωρίς… (από το ποίημα ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΤΟΥ ΔΙΟΓΕΝΗ)

Η οδύνη είναι – φωνητικώς –
αναγραμματισμός της ηδονής
και είναι αμφότεραι
υπερτιμημέναι. (Από τις ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ…)(Από τις ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ…)

Ο Κωνσταντίνος Μπούρας διαδίδει με τη γραφή του το πλαίσιο που ο καθένας μπορεί να τοποθετήσει τις εμπειρίες του για να μπορέσει ν’ αντικρύσει τη δική του Ανατολή.

Φωτεινά ποιήματα, αλησμόνητοι στίχοι, προσευχές κι επικλήσεις, διάσπαρτες στη συλλογή, όπως και σε προηγούμενες συλλογές του.

Οι λέξεις του τίτλου της συλλογής Ελευθερία και Ανατολή, ‘αναλύονται’ περαιτέρω σε επιμέρους ποιήματα, των οποίων αποτελούν είτε μέρος των τίτλων είτε περιέχονται στο σώμα των ποιημάτων, παρέχοντάς μας τη δυνατότητα να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής προσεγγίζει εννοιολογικά τις εν λόγω λέξεις.

Για την Ελευθερία π.χ. έχουμε το πρώτο ποίημα της Συλλογής, Η ΑΝΑΤΟΛΗ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, τα ποιήματα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΗΣ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ,

Όμως μια άλλη σημαία ανεμίζει τώρα
Στον ουρανό.
Και γράφει ‘Ελευθερία’. (από το ποίημα ΑΤΛΑΝΤΙΣ-ΑΙΓΗΙΣ)

Αντίστοιχα παραδείγματα για την Ανατολή:

Υπάρχει μία ανατολή
Μόνο που δεν αντέχεις να τη δεις (στο ποίημα ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ)

Όμως πάντα η ανατολή
Με αποζημιώνει. (στο ποίημα ΘΕΡΑΠΕΙΑ)

το ποίημα με τίτλο ΑΝΑΤΟΛΗ

Δειλινά
Κι ατέλειωτες ανατολές,
Μισοτελειωμένα μεσημέρια,
Και βιαστικές αγκαλιές,
Αναπόδοτες. (από το ποίημα ΠΕΝΘΕΑΣ)

Η Ανατολή σχετίζεται με τον Ήλιο και το Φως, όπου η λίστα των αναφορών σ’ αυτές τις λέξεις-έννοιες στα ποιήματα της Συλλογής μεγαλώνει δραματικά.

Για τον Ήλιο ενδεικτικά αναφέρω το ποίημα Ο ΠΟΡΦΥΡΟΣ ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ,

Ο μαύρος ήλιος
Πάνω απ’ τα όνειρά σου. (από το ποίημα ΑΘΩΟΤΗΤΑ)

Με το που πήρε την ψυχή μας
Ο Ήλιος (από το ποίημα ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ ΟΝΕΙΡΟΥ)

Εκεί που δε δύουν ήλιοι,
Δεν ανατέλλουν, (στο ποίημα ΥΠΕΡΒΑΣΗ)

Με το άρμα του Ήλιου
Που δεν καίει
Που δεν τυφλώνει
Μόνο σταλάζει στα βλέφαρα (ποίημα ΠΑΙΗΩΝ)

Πέρα από τον ήλιο
Υπάρχει κι άλλος Ήλιος.
Είναι τόσο λαμπερός
Που διστάζεις ν’ ανοίξεις
Τα μάτια σου στο φως. (ποίημα ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ)

Τα εφτά ουράνια τόξα
Γύρω από τον ήλιο του
Μεσονυχτίου (από ποίημα Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ)

ΉΤΑ όπως Ήλιος (ποίημα111) στο γράμμα ‘ήτα’ ο ποιητής χαρίζει τον ήλιο

Για το Φως, ενδεικτικά αναφέρω:

Για κάθε ποιητή που γεννιέται
Και κραυγάζει στο Φως
Σφραγίζεται κι ένα πηγάδι
Της Λήθης. (από το ποίημα ΓΕΝΕΘΛΙΟ ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ)

Ποιος ξέρει; Μπορεί κάπου αλλού
Το φως να διασκεδάζει
Στο διαμάντι της καρδιάς μας. (από το ποίημα ΑΘΩΟΤΗΤΑ)

Η πολυπόθητη επιστροφή
προς το Φως
Έχει αρχίσει,
Στην Ιθάκη που όλα καταλήγουν (στο ποίημα ΕΞΟΔΙΟΝ ΑΣΜΑ)

Αναζήτηση
Σκοτεινών λωρίδων φωτός
Στα λιβάδια του ονείρου (από το ποίημα ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ)

Η ολοκλήρωση του κύκλου,
Η αναδιάταξη του πόνου
σε Φως, (από το ποίημα 7*10)

Εκεί που θα είναι αύριο το σπίτι σου
Φως εκ φωτός
Σάρκα από τη σάρκα μου, (από το ποίημα ΤΟ ΠΛΑΝΗΤΑΡΙΟ)

Συνοψίζοντας, η Ανατολή του Κωνσταντίνου Μπούρα συνομιλεί με τον Ήλιο και το Φως, κυρίως στη μεταφυσική, συμβολική τους θεώρηση, ενώ η Ελευθερία του συνομιλεί με τη γνώση, την Αλήθεια, που για να φανερωθούν έχουν ανάγκη το φως.

Τη φωτεινή πορεία των στίχων του συντροφεύει η αρχαία Ελλάδα: ο Οδυσσέας με την Ιθάκη του και την Πηνελόπη, το Νησί των Φαιάκων, τον Κήπο της Κίρκης, τις γλυκόλαλες Σειρήνες. Παρούσες οι εννέα Μούσες, οι Νύμφες, οι Ερινύες, η Νέμεσις, Παρόντες οι θεοί: ο Ποσειδώνας, ο Δίας, η Ήρα, η ΑΡΤΕΜΙΣ, αλλά και ο Ηρακλής, ο ΠΕΝΘΕΑΣ, ο ΜΑΝΤΗΣ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ, ο Σίσσυφος

Το πέρασμα από το νοητικό-στοχαστικό σώμα του ποιητή, στο γήινο σώμα, όπου η καταστάλαξη της εμπειρίας είναι άμεση και μπορείς να την αισθανθείς να διαπερνά το δικό σου κορμί, έχει κάτι το συγκλονιστικό:

Αναστεναγμοί λήθης,
Όταν δε θυμάσαι
Ακριβώς για τι πονούσες, (από το ποίημα Α-ΔΕΣΠΟΤΕΙΑ)

Όσο αυτό το «πάντα» των ανθρώπων
Διαρκεί, (από το ποίημα Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ)

Εξόν το πτώμα
Των ημερών
Που δεν ζήσαμε. (Από το ποίημα ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟΝ)

Το συγκριτικό πλεονέκτημα της ποίησης του Κωνσταντίνου Μπούρα είναι η γλώσσα. Ο στίχος είναι μεν ελεύθερος, αλλά η μουσικότητα ανιχνεύεται παντού χωρίς ψεγάδι, ακόμη και όταν ‘ερωτοτροπεί’ με τον λετρισμό, το σουρεαλισμό και την concrete poetry!
Επιμελητής ο ίδιος πολλών βιβλίων και θεατρολόγος κατέχει άριστα την ελληνική και τη χρησιμοποιεί ακόμα καλύτερα στα ποιήματα του. Σε αντίθεση με τους περισσότερους νεοέλληνες ποιητές, δείχνει ν’ απολαμβάνει τη χρήση της και τα άπταιστα ελληνικά του αποκαθιστούν στη νεοελληνική μέρος της προγονικής τους δύναμης.

Τελειώνω με μια φράση από το ποίημα ΑΝΑΤΟΛΗ, ένα ποίημα που μιλά για χρόνια σκλαβιάς κι ελεύθερους ανθρώπους. Είναι μια φράση ιδιαίτερα επίκαιρη:

«Ο Παράδεισος δεν χωράει αναστολές».

Κωνσταντίνος Μπούρας
Ελευθερίας Ανατολή
Εκδόσεις Μεταίχμιο

Δημήτρης Παλάζης, 10/01/2011

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Οδυσσέας και Μπλουζ της Ευγενίας Φακίνου

>
Οδυσσέας και Μπλουζ, δύο ‘διαφορετικοί’ ήρωες σ’ ένα ‘διαφορετικό’ περιβάλλον.
Ο Οδυσσέας, εξηντάρης συγγραφέας, μετά από ατέλειωτα ταξίδια έχει διαλέξει το δρόμο της μοναξιάς και του εγκλεισμού στο Κόκκινο Σπίτι. Οι λέξεις του τον έχουν εγκαταλείψει, το τελευταίο του μυθιστόρημα, το «Τρένο των νεφών», παραμένει καιρό ατέλειωτο.

Η Μπλουζ, τριαντάρα σκηνοθέτις ντοκιμαντέρ και επιμελήτρια κειμένων.
Στα πλαίσια της εργασίας της, η Μπλουζ αναλαμβάνει να ωθήσει τον Οδυσσέα να τελειώσει το μυθιστόρημά του, ο δε Οδυσσέας δέχεται την Μπλουζ στον έγκλειστο κόσμο του για να τον βοηθήσει στη λύση της υπαρξιακής του αγωνίας. Στην αρχή, λοιπόν, ο ένας χρειάζεται τον άλλο για κάποιο χρηστικό λόγο.
Ο Οδυσσέας με το πέρασμα των ημερών σαγηνεύεται από τη Μπλουζ, ενώ η άδικη αντιμετώπισή τους από το επαρχιακό κατεστημένο του χωριού τούς ενώνει ακόμη περισσότερο.
Μπορεί ο κεντρικός ήρωας να είναι ο Οδυσσέας με τα υπαρξιακά του προβλήματα και την αγωνία του συγγραφέα, όταν τον εγκαταλείπουν οι λέξεις του, η Μπλουζ όμως είναι ο ήρωας καταλύτης, που ωθεί το συγγραφέα να υπερπηδήσει το εμπόδιο που βρίσκεται εντός του και να ξαναγράψει.

Ο τρίτος πρωταγωνιστής που παίζει καθοριστικό ρόλο είναι το περιβάλλον, ειδικά το ανθρώπινο περιβάλλον, στο οποίο ο Οδυσσέας και μαζί του η Μπλουζ αντιμετωπίζονται ως αποπομπαία θύματα και εξαναγκάζονται να φύγουν.

Το νέο ζευγάρι που δημιουργήθηκε από τον Οδυσσέα και τη Μπλουζ, σαν να αναγεννιέται μέσα από τη φωτιά που κατακαίει το Κόκκινο Σπίτι, καλημερίζει το μέλλον που το περιμένει.

Έμπειρη συγγραφέας η Ευγενία Φακίνου, διαχειρίζεται το μύθο της, εμπλουτίζοντάς τον με αναφορές σε πολυποίκιλα θέματα, με αφορμή τις αίθουσες του Κόκκινου Σπιτιού με τα συλλεκτικά αντικείμενα, αλλά και σε σχέση με το περιβάλλον, παρέχοντας ένα εύρος γνώσεων και πληροφοριών. Παρούσα είναι και η γνώριμη ‘παραμυθώδης’ ατμόσφαιρα που είναι και χαρακτηριστικό γνώρισμα της συγγραφέως και την κάνει να ξεχωρίζει.

Ευγενία Φακίνου
Οδυσσέας και Μπλουζ
εκδ. Καστανιώτη 2010, σελ. 238

Δημήτρης Παλάζης, 13/12/2010

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Κεκρυμμένα από Καταβολής του Ρενέ Ζιράρ

>
Τα Κεκρυμμένα από Καταβολής (1978) είναι το κεντρικό έργο του γάλλου στοχαστή Ρενέ Ζιράρ (1928). Αποτελείται από τρία μεγάλα μέρη (βιβλία):
Βασική ανθρωπολογία, Η Ιουδαιοχριστιανική Γραφή και Διατομιακή ψυχολογία.
Στη Βασική ανθρωπολογία αναπτύσσει μια ανθρωπολογική θεωρία περί θρησκείας που βασίζεται στο ιδρυτικό μηχανισμό του αποπομπαίου θύματος.

Κατά τον Ζιράρ, το αποπομπαίο θύμα εντοπίζεται στην αφετηρία της δημιουργίας των μύθων, των τελετουργικών των θρησκειών και των απαγορεύσεων, όπως επίσης και στον ίδιο το σχηματισμό των ανθρώπινων κοινωνιών και των πολιτισμικών μορφωμάτων μέχρι σήμερα.
Στην Ιουδαιοχριστιανική Γραφή, μέσω μιας διαφορετικής ανάγνωσης των κειμένων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ο Ζιράρ αποφαίνεται ότι το ιουδαιοχριστιανικό κείμενο αποκαλύπτει σταδιακά το μηχανισμό της βίαιης ομοθυμίας για την εξόντωση του αποπομπαίου θύματος, καθώς και την αναίμακτη τελετουργική αναπαραγωγή του. Το ουσιώδες του ευαγγελικού μηνύματος είναι η αγάπη προς τον πλησίον, όχι οι θυσίες. Ενώ, όσον αφορά τις άλλες θρησκείες, αυτές αναδύονται απ’ τη συμφιλιωτική δράση του συλλογικού φόνου ενός ‘τυχαίου’ θύματος, του αποπομπαίου τράγου.
Στη Διατομιακή ψυχολογία, ο Ζιράρ σκιαγραφεί τη ψυχολογία του μιμητικού ανθρώπου, ο οποίος, μέσω μιας συνεχούς και δυναμικής διεργασίας που εκλύεται και κλιμακώνεται από τη μιμητική επιθυμία, προσανατολίζεται σταθερά προς τον πόνο, την τρέλα και το θάνατο, προωθώντας ασυναίσθητα τη μετατροπή των πρότυπων σε εμπόδια και των εμποδίων σε πρότυπα με κλιμακούμενη όξυνση.
Αφετηρία του θεμελιακού ψυχολογικού γεγονότος δεν είναι ούτε το υποκείμενο ούτε το αντικείμενο ούτε η σχέση με το αντικείμενο, αλλά η μίμηση της επιθυμίας του προτύπου προς το ίδιο αντικείμενο και η επακόλουθη εκρηκτική συγκρουσιακή παράταξη των δυο επιθυμιών. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα του Φρόιντ αντιμετωπίζεται ως μια ειδική περίπτωση του καθολικού τριγωνικού ανθρώπινου τοπίου (υποκείμενο – πρότυπο – αντικείμενο).

Η μετάφραση του Κ. Ι. Γκότση είναι σε εξαιρετικά ελληνικά και ο μεταφραστής πλαισιώνει το έργο με εκτεταμένες και κατατοπιστικές δικές του σημειώσεις.

Εκτός από τα Κεκρυμμένα από καταβολής, κυκλοφορούν μεταφρασμένα στα ελληνικά: “Το εξιλαστήριο θύμα – Η βία και το ιερό” (Εξάντας 1991), “Η αρχαία οδός των ασεβών” (Εξάντας 1991), “Σαίξπηρ, οι φλόγες της ζηλοτυπίας” (Εξάντας 1993), “Ρομαντικό ψεύδος και μυθιστορηματική αλήθεια” (Ίνδικτος 2001), “Εθεώρουν τον σατανάν ως αστραπήν” (Εξάντας 2002), “Κριτικές από το Υπόγειο” (Βιβλιοπωλείον της Εστίας 2003).

Ρενέ Ζιράρ
Κεκρυμμένα από Καταβολής
Μετάφραση: Κ. Ι. Γκότσης
Εκδόσεις: Γ. Α. Κουρής Α.Ε., 1994, σελ. 740

Girard Rene
Des Choses cachees depuis la foundation du monde
Editions Grasset et Faquelle, 1978

Δημήτρης Παλάζης, 08/12/2010

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Αριστοφάνη Πλούτος-Πενίας θρίαμβος

>
Ο «Πλούτος» είναι το τελευταίο από τα σωζόμενα έργα του Αριστοφάνη που παρουσιάστηκε στο αθηναϊκό κοινό το 388 π.Χ για να διακωμωδήσει και να καταδείξει την άδικη διανομή του πλούτου και τις κοινωνικές ανισότητες, αποτυπώνοντας παράλληλα την έκπτωση των ανθρώπινων αξιών.

Ο Αριστοφάνης αναδεικνύει την κοινωνία της εποχής του, που στη δίψα της για πλούτο μοιάζει ολότελα με την δική μας. Η Πενία αντιτίθεται σ’ αυτή την επιθυμία για κατοχή υλικών αγαθών σε όλους τους πολίτες, ενσαρκώνοντας την ανάγκη που οδηγεί τον άνθρωπο στην καθημερινή σκληρή εργασία, με μοναδικό σκοπό την ίδια την επιβίωση.

Αξιοπρεπής παράσταση με γενικά καλές ερμηνείες. Αρκετά καλοδουλεμένη, ιδίως ο χορός, αν και στο τέλος η επικράτηση της πενίας φάνηκε λίγο εκτός τόπου και χρόνου.

Αριστοφάνη ΠΛΟΥΤΟΣ-ΠΕΝΙΑΣ ΘΡΙΑΜΒΟΣ, Σεπτέμβρης 2010
Συμπαραγωγή Θεάτρου Τέχνης και ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Βόλου
Αρχαίο Δράμα
Μετάφραση : Βαρβέρης Γιάννης
Σκηνοθεσία : Χρονόπουλος Διαγόρας
Σκηνικά &: Κοστούμια : Μέξης Πάρις
Μουσική : Λεοντής Χρήστος
Μουσική διδασκαλία: Χρονοπούλου Μαρίνα
Χορογραφία : Σπυράτου Σοφία
Φωτισμοί : Παυλόπουλος Λευτέρης

Διανομή (με σειρά εμφάνισης):
Πενία: Κάτια Γέρου
Καρίων: Μάνια Παπαδημητρίου
Χρεμύλος: Αλέξανδρος Μυλωνάς
Πλούτος: Δημήτρης Λιγνάδης
Βλεψίδημος: Κώστας Βελέντζας
Γυναίκα: Αναστασία Γεωργοπούλου
Δίκαιος: Κωστής Καπελώνης
Συκοφάντης: Λευτέρης Λουκαδής
Γριά: Βασίλης Λέμπερος
Νέος: Αλέξανδρος Πέρρος
Ερμής: Θοδωρής Αντωνιάδης
Ιερέας: Κώστας Βελέντζας

Χορός: Κώστας Βελέντζας, Θοδωρής Αντωνιάδης, Ηλεάνα Μπάλλα, Μαρία Κόμη-Παπαγιαννάκη, Βασίλης Λέμπερος, Αναστασία Γεωργοπούλου, Αλέξανδρος Πέρρος, Πανάγος Ιωακείμ, Βένια Σταματιάδη, Νίκος-Ορέστης Χανιωτάκης, Ορφέας Χατζηδημητρίου, Θάλεια Γρίβα, Πάρις Θωμόπουλος, Γεράσιμος Σκαφίδας

α’ βοηθός σκηνοθέτη: Αντωνιάδης Θοδωρής
β’ βοηθός σκηνοθέτη: Καψαμπέλη Ανζελίκα
βοηθός σκηνογράφος: Καλογηροπούλου Εύη

Δημήτρης Παλάζης, 08/12/2010

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Το Ημερολόγιο ενός τρελού του Νικολάι Γκόγκολ

>
Η προσέγγιση του κόσμου μέσα από την τρέλα είναι το πλαίσιο που χρησιμοποιεί ο Γκόγκολ (1809-1852) στο Ημερολόγιο ενός τρελού. Ο Αυξέντιος Ποπρίτσιν, ένας κατώτερος υπάλληλος, ονειρεύεται και προσδοκά, αλλά, μέρα με την ημέρα, διαψεύδονται η μια μετά την άλλη οι προσδοκίες του απ’ το κατεστημένο των ανθρώπων.

Βυθιζόμενος αργά αλλά σταθερά σ’ ένα παραλήρημα μεγαλομανίας αναδεικνύει μέσα από την καυστική πένα του Γκόγκολ την τραγικότητα και την γελοιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
«Κι εγώ δε μπορώ να ζω όπως ζω, όμως ζω», αναφωνεί ο Ποπρίτσιν πριν καταλήξει στο φρενοκομείο. Γιατί αναζητά να ζει ανθρώπινα, να ερωτεύεται, να περπατά στη βροχή που του αρέσει και να κυρίως να σκέπτεται.
Ερωτεύεται όμως αυτό που δεν φτάνει κι αυτό γίνεται ο κατευθυντήριος μοχλός για τη μετέπειτα πορεία του.
Ο Γιώργος Μεσσάλας υπόγραψε τη διασκευή, τη σκηνοθεσία κι έπαιξε ο ίδιος. Η εκδοχή του ‘τρελού’ του επικοινωνεί με το κοινό. Καταφέρνει να εξυψώσει τον ‘ταπεινό’ Ποπρίτσιν σε ηρωική μορφή. Ο εγκλεισμός στο φρενοκομείο γίνεται η λυτρωτική έξοδος, το φινάλε.
Η μουσική του Σωκράτη Παπαθεοδώρου και ο φωτισμός συμβάλλουν σημαντικά στην ροή του μονολόγου.
Ο σαρκαστικός λόγος του Γκόγκολ φτάνει ως τις μέρες μας σαν να μην έχουν μεσολαβήσει κοντά δυο αιώνες. Ο Γιώργος Μεσσάλας είχε στα χέρια του ένα μεγάλο κείμενο.

το Ημερολόγιο ενός τρελού του Νικολάι Γκόγκολ, Σεπτέμβρης 2010

Μετάφραση-απόδοση: Ντένη Θεμελή
Θεατρική διασκευή & σκηνοθεσία: Γιώργος Μεσσάλας
Σκηνογραφία & κουστούμια: Β. Τσιντσικώφ
Παίζει: ο Γιώργος Μεσσάλας (Αυξέντιος Ποπρίτσιν)

Δημήτρης Παλάζης, 07/12/2010

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Το Γάλα του Βασίλη Κατσικονούρη

>
Η Ρήνα με τους δυο της γιους, τον Αντώνη και τον Λευτέρη, είναι Ρώσοι μετανάστες στην Ελλάδα.. Οι συνθήκες είναι δύσκολες. Ο Λευτέρης, ο μικρότερος γιος, πάσχει από σχιζοφρένεια και αντιδρά στις θεραπευτικές αγωγές.
Ο Αντώνης, δείχνει να έχει προσαρμοστεί καλύτερα στις συνθήκες ένταξης στην ελληνική κοινωνία. Πρόκειται μάλιστα να παντρευτεί τη Νατάσα, μια ευκατάστατη ελληνίδα, κόρη του αφεντικού του.
Η Ρήνα δείχνει αδυναμία για τον πάσχοντα Λευτέρη και εκ του γεγονότος ότι δεν γεύτηκε ποτέ το μητρικό γάλα…
Σε πρώτο πλάνο, οι τρεις βασικοί άξονες του έργου είναι η σχιζοφρένεια, η μετανάστευση και ο κοινωνικός αποκλεισμός και η σχέση μητέρας-γιού. Σε δεύτερο και βαθύτερο πλάνο τίθεται το ερώτημα των ανθρώπινων σχέσεων.
Ο Λευτέρης που έχει το ελεύθερο του ψυχασθενούς παραπονιέται ότι δεν τον αγαπούν. Το γάλα, προϊόν του μητρικού στήθους, συμβολίζει τη μητρική αγάπη, την αγάπη γενικότερα. Αυτό το ‘γάλα’ αναζητεί ο Λευτέρης, κάτι απ’ το οποίο δείχνει να έχει παραιτηθεί ο μεγάλος του αδερφός, χάριν της ένταξής του στην ελληνικής κοινωνία.

Η ένταση διαδέχεται την τρυφερότητα, το όνειρο τον εφιάλτη, η πραγματικότητα την ψευδαίσθηση και το αντίστροφο. Υπάρχει παλμός στο έργο. Ο Κατσικονούρης δεν χτίζει πάνω στη γλώσσα, αλλά πάνω στα επίπεδα των νοημάτων του.

Οι σημύδες που πλαισιώνουν το σκηνικό του Γιάννη Βάμβουρα δείχνουν ακριβώς αυτό το στοίχειωμα της ρώσικης ψυχής στον ξένο τόπο, δείχνουν τις ρίζες που είναι παρούσες.
Η ερμηνεία του Δημήτρη Πατσή (Λευτέρης) βρήκε γρήγορα το ρυθμό και την ένταση που απαιτείται. Ο Στέφανος Κοσμίδης (Αντώνης) και η Άνθη Κόκκινου (Νατάσα) κινήθηκαν στα πλαίσια των ρόλων τους. Η Άννα Βαγενά, που ήταν και σκηνοθέτης της παράστασης, αντιμετώπισε το ρόλο της Ρήνας μ’ ένα μείγμα συμμετοχής και αποστασιοποίησης.

Η ιστορία του Κατσικονούρη δεν είναι μόνο μια συγκινητική ιστορία. Είναι το υπαρξιακό ανθρώπινο δράμα σε μια μορφή εκδήλωσής του.

Το Γάλα του Βασίλη Κατσικονούρη

Σκηνοθεσία: Άννα Βαγενά
Σκηνογραφία:
Γιάννης Βάμβουρας (πάνω σε μια ιδέα της Άννας Βαγενά)
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Μουσική επιμέλεια: Άννα Βαγενά
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ελένη Πολιτοπούλου

Διανομή:
Μάνα: Άννα Βαγενά
Λευτέρης: Δημήτρης Πατσής
Αντώνης: Στέφανος Κοσμίδης
Νατάσα: Ανθή Κόκκινου

Θέατρο Μεταξουργείο, Ακαδήμου 14, Μεταξουργείο
Τηλέφωνο: 2105234382

Δημήτρης Παλάζης, 5/11/2010

Posted in avopolis.gr/theatre/ | Leave a comment

>Τα Ποιήματα Α΄ και Β΄ του Νίκου Καρούζου

>
Ο πρώτος τόμος των ποιητικών απάντων του Νίκου Καρούζου (1926-1990), Τα Ποιήματα Α΄, καλύπτει την περίοδο 1961-1978 και περιλαμβάνει τις συλλογές: Ποιήματα, Η έλαφος των άστρων, Ο Υπνόσακκος, Πενθήματα, Λευκοπλάστης για μικρές και μεγάλες αντινομίες, Χορταριασμένα χάσματα, Απόγονος της νύχτας.
Ο δεύτερος τόμος (Τα Ποιήματα Β΄) καλύπτει την περίοδο 1979-1990 και περιλαμβάνει τις συλλογές: Δυνατότητες και χρήση της ομιλίας, Ο ζήλος του μη-σχετικού με παροράματα, Μονολεκτισμοί και ολιγόλεκτα, Φαρέτριον, Αναμνηστική λήθη, Αντισεισμικός τάφος, Συντήρηση ανελκυστήρων, Νεολιθική νυχτωδία στην Κρονστάνδη, Ερυθρογράφος, Λογική μεγάλου σχήματος, Ευρέσεις από κυανό κοβάλτιο.

Ο Νίκος Καρούζος, ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, παραπλανιέται στα βάθη της ύπαρξης με πλήρη επίγνωση του θρυμματισμού των οραμάτων, της απουσίας τους, της αναγκαστικής μόνωσης του ανθρώπου. Παρόλα αυτά αναζητά τον οραματισμό, μέσα από μια μυσταγωγία της απόγνωσης, πάνω στην ρευστότητα των θραυσμάτων οραμάτων που είδαν το φως της αποτυχίας. Ξεδιπλώνει ένα λόγο λυρικό, τρυφερό, οργισμένο, ελλειπτικό, ένα μίγμα καθημερινού λόγου και λόγιου, ένα λόγο που πάλλεται από το φως στο σκοτάδι, από το φιλοσοφικό στοχασμό στη μυστικιστική προσέγγιση. Ο χρόνος και ο τόπος εναλλάσσονται μέσα από μια διαλεχτική σχέση εγγύτητας και απόστασης, χρωματίζονται απ’ τη διάπυρη ύλη του πάθους, της οργής, της υπαρξιακής έκρηξης.
Οι στίχοι του κατακλύζονται από το θείο, τον έρωτα και το θάνατο, την ταπείνωση, την απουσία, και βρίσκουν το δικό τους εναλλακτικό δρόμο σε μια εποχή γεμάτη ξεφτισμένες ιδέες και λέξεις που έχουν μετατραπεί στην σκιά τους. Ίσως γι’ αυτό ο ποιητής επιλέγει να περνά από εικόνες και αποφθέγματα μεγάλης ακρίβειας σε παραληρηματικούς τόνους γεμάτους πάθος και μελωδίες πόνου και στέρησης. Ή περνά από την καθημερινή, δήθεν μικρής σημασίας πάλη της ζωής με το θάνατο στο Άγνωστο, στο Άρρητο, στο Ασύλληπτο, εκείνο που μας διαφεύγει και ο ποιητής θέλει να μας κάνει να το αισθανθούμε, να δούμε ότι υπάρχει, πασχίζοντας να διακρίνει το μεγάλο μέσα στο μικρό, το ουσιώδες μέσα στο τετριμμένο.
Ο ποιητής συνομιλεί με σημαίνοντα πρόσωπα του απώτατου παρελθόντος ώς το σήμερα. Η ευρυμάθειά του και η ευφυΐα του είναι πρόδηλες και τις χρησιμοποιεί κατάλληλα για να εμβαθύνει και να ενώσει στη βάση της την ανθρώπινη Ιστορία. Η κριτική σου σαρκάζει και επιτίθεται εναντίον της αδράνειας, του βολέματος και της παθητικότητας.
Μέσω της χρήσης του χρόνου, μέσα από την ασύλληπτη φύση του, την αναγωγή από τον μικρό στον μεγάλο χρόνο και το αντίστροφο, η ύπαρξη πραγματώνει τα συναρπαστικά μεν, αλλά εφιαλτικά τις περισσότερες φορές ταξίδια. Ο άνθρωπος μετατρέπεται έτσι κι αλλιώς σε «αυξανόμενο νεκρό», με τη «θλίψη του φθαρτού» εντός του.
Για να συνταιριάξει ο Καρούζος τη ροϊκή φύση του χρόνου με την ακινησία του Άρρητου βυθίζει στο παρόν μέλλον και παρελθόν, μετατρέποντάς το σε απόλυτο, με τέτοια χρωματική ένταση που χαρακτηρίζει τη γραφή του. Το απόλυτο παρόν ταυτοποιείται και ως μέτρο λύτρωσης από τον υπαρξιακό πόνο του θνήσκειν.

Νίκος Καρούζος
Τα Ποιήματα Α΄ και Β΄ (2 τόμοι)
Εκδ. Ίκαρος

Δημήτρης Παλάζης, 4/11/2010

Posted in Uncategorized | Leave a comment

>ενδόγραμμα του Δημήτρη Κρανιώτη

>

Το Ενδόγραμμα είναι η πέμπτη ποιητική συλλογή του Λαρισαίου γιατρού και ποιητή Δημήτρη Π. Κρανιώτη (1966).
Κοφτός λόγος, σφυροκοπά, τα λέει έξω απ’ τα δόντια, με κατευθύνσεις κοινωνικοπολιτικές, με έδραση πάνω σε παραδοσιακές γραφές, με χρήση με ποικιλόμορφους τρόπους της ομοιοκαταληξίας. Αλλά και πέρα από την ομοιοκαταληξία τα ποιήματά του έχουν και έναν εσωτερικό ρυθμό που διευκολύνει την είσοδό τους στη μνήμη του αναγνώστη.

Ο Δημήτρης Κρανιώτης τυπώνει τα ποιήματά του με ολιγόστιχο τρόπο, η εξακολουθητική χρήση της γενικής διευκολύνει τη συντομία των στίχων, προσδίδοντας μεστότητα και επιγραμματικότητα.
Ο καυστικός του λόγος εμπεριέχει θήτευση στη λαϊκή θυμοσοφία και μου φέρνει στο νου κάποιες φορές έναν αέρα Σουρή, που τόσο λείπει στις μέρες μας.
Η επαναλαμβανόμενη χρήση των αντιθέσεων προσδίδει μια ζωντάνια στα ποιήματα μέσω του προβληματισμού που ανασύρει στο προσκήνιο, σε συνδυασμό δε με το σύντομο λόγο προσδίδει μια ‘συνθηματικότητα’ στη γραφή του.

Δείγμα γραφής:

Ο ποιητής (σελ. 75)

Τη φορά των γεγονότων
σφραγίζει,
το αθέατο των φώτων,
συμβολίζει,
με πινέλα ενόχων
κάλπικων ενεστώτων
γυμνά σώματα
ζωγραφίζει,
ανέμων φτερά,
υδάτων πουλιά
σχηματίζει,
πέτρινα κλουβιά,
αθώων κελιά
γκρεμίζει,
στάχυα χωραφιών
κενών εποχών
θερίζει,
με αρχαίων σοφών
πλεκτά ιδεών
ο ποιητής
πάντα στο τέλος
μια νέα αρχή χτίζει,

Δημήτρης Κρανιώτης
ενδόγραμμα
εκδ. Μαλλιάρης Παιδεία
Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 78

Δημήτρης Παλάζης, 19/10/2010

Posted in critique.gr | Leave a comment

>Ο φίλος μου ο Λευτεράκης ‘ξανάρχεται’

>
Ο Θοδωράκης (Γιάννης Τσιμιτσέλης) έχει επινοήσει ένα φανταστικό φίλο από την Πάτρα, τον Λευτεράκη για να μπορεί να ξεφεύγει από τη γυναίκα του Φωφώ (Βασιλική Ανδρίτσου) και να συναντά την ερωμένη του. Μια μέρα, όμως, εμφανίζεται ο Λευτεράκης με σάρκα και οστά… Η Φωφώ έχει σκοπό να τυραννήσει τον άντρα της και να τον κάνει να παραδεχτεί τα ψέματά του.
Η κωμωδία του 1963 του Αλέκου Σακελλάριου (με τους Ντίνο Ηλιόπουλο, Μάρω Κοντού, Κώστα Βουτσά, Γιώργο Κωνσταντίνου, Χρήστο Τσαγανές, Καίτη Πάνου κ.α.) επικαιροποιείται στο σήμερα σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαθανασίου-Μιχάλη Ρέππα, που ανανεώνουν σε πολλά σημεία το έργο, προσθέτουν την δική τους ματιά και το προσαρμόζουν στο ταπεραμέντο των ηθοποιών της νέας γενιάς, γνωστών στο τηλεοπτικό κοινό.
Πρόκειται για μια παραλλαγή στο αρχικό σενάριο, κυρίως με την προσθήκη ερωτισμού και περισσοτέρων του ενός προσώπων, που επικαλούνται πως είναι ο Λευτεράκης.

Ξεχώρισα το παίξιμο της Σοφίας Βογιατζάκης (Ελένη), που χάρισε ξεκαρδιστικές στιγμές με τα ερωτικά της καπρίτσια. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί κινήθηκαν σωστά στηρίζοντας τους ρόλους τους. Ο Γιάννης Τσιμιτσέλης (Θοδωράκης) με τις επανειλημμένες ‘υστερικές’ αντιδράσεις του στην εμφάνιση του ανύπαρκτου Λευτεράκη δεν άφηνε χρόνο για χαλάρωση στο θεατή, ώστε ν’ απολαύσει περισσότερο τη φάρσα. Ο εμπλουτισμός του ρόλου της ερωμένης του Θοδωράκη Ντόλυ (Βάσω Λασκαράκη) συνέβαλε θετικά στην παράσταση.

Ο φίλος μου ο Λευτεράκης του Αλέκου Σακελλάριου

Διασκευή και σκηνοθεσία:
Θανάσης Παπαθανασίου-Μιχάλης Ρέππας
Σκηνικά: Αντώνης Σαγκλίδης
Κοστούμια: Εβελυν Σιούπη
Φωτισμοί: Βασίλης Μυλωνόπουλος
Μουσική Επιμέλεια:
Θανάσης Παπαθανασίου-Μιχάλης Ρέππας

Παίζουν οι ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά):
Τάσος Αλατζάς: Τόλης
Βασιλική Ανδρίτσου: Φωφώ
Σοφία Βογιατζάκη: Ελένη
Βάσω Λασκαράκη: Ντόλυ
Πέτρος Μπουσουλόπουλος: Λευτεράκης
Φώτης Σπύρος: Θανάσης
Γιάννης Τσιμιτσέλης: Θοδωράκης

Δημήτρης Παλάζης, 18/10/2010

Posted in avopolis.gr/theatre/ | Leave a comment